Ομιλία Κωσταντουδάκη Χρήστου

2012-11-16 19:37

Μνημείο πεσόντων

Ο τέως Πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Χρήστος Κωσταντουδάκης με μια μεστή ομιλία καθήλωσε τον κόσμο.

«Εδώ, στα πόδια του βουνού – στα ριζά του Κρυονερίτη – όπου

’’Βράχοι καλόγεροι με κρύα μαλλιά

κόβουνε σιωπηλοί της ερημιάς τον άρτο

και τα όρνια μοιράζουνε ψηλά τις ψυχές του ουρανού’’

η γεωμετρία του Θεού έχτισε ένα αλώνι. Στο κέντρο του υπάρχει μόλις μια μικρή τελεία στο χάρτη που ορίζει μια χούφτα σπιτοκάλυβα, με τις στέγες χαμηλωμένες να προσκυνούν το χώμα.

Εδώ οι ρίζες των ασφεντάμων, των αζηλάκων, των κουμαριών και των πετραμυθιών σκοντάφτουν στις πέτρες και οι κλώνοι τους αντιστέκονται στους ανελέητους βοριάδες. Βουνά και λόφοι γράφουν μια κυκλική γραμμή ταλάντωσης στον ορίζοντα. Στενά περάσματα οδηγούν έξω από αυτό το αλωνάκι στον πέρα κόσμο. Μονοπάτια σαν κορδελίτσες, χάνονται σερματιές, πίσω ψηλώματα ή λαχανιάζουν ανηφορίζοντας στις κακοτράχαλες πλαγιές.

Εδώ δεν περισσεύει άλλο αγαθό από το σκαστό, ανθηρό χαμόγελο που στρογγυλεύει τα ροδαλά μάγουλα και φωτίζει μπρούντζινα πολυμέτωπα πρόσωπα.

Ξεφυλλίζοντας το τετράδιο της απλής ποιμενικής ζωής των ανθρώπων του χωριού, διαβάζεις ευανάγνωστα στην κορυφή της πρώτης σελίδας την ΑΓΕΡΩΧΗ ΑΙΣΘΗΣΗ του ΚΑΘΗΚΟΝΤΟΝ. Καθήκον χαραγμένο στη σκυτάλη που παραδίδεται από γενιά σε γενιά. Καθήκον του πατέρα στο γιο, της μάνας στην κόρη, του δικού στο δικό, του φίλο στο φίλο, του ντόπιου στον ξένο, του πατριώτη στην πατρίδα και του ΕΑΥΤΟΥ στον ΕΑΥΤΟ.

Ο Πολιτιστικός Σύλλογος του χωριού μας άκουσε τη φωνή της σιωπής των νεκρών μας και θέλησε ν’ ανοίξει διάλογο με την ιστορία ανεγείροντας αυτό το μνημείο. Γιατί όπως θα έλεγε και ο ποιητής:

’’Την οργή των νεκρών να φοβάστε

            και των βράχων τ’ αγάλματα’’

Να πλέξουμε ένα λιτό εγκώμιο σ’ αυτούς που υψώθηκαν πάνω από τον εαυτό τους, αρνήθηκαν τα εφήμερα και έγιναν μάρτυρες της πατρίδας. Σ’ αυτούς που αρνήθηκαν την ευπείθεια και τη συμβατικότητα και με οιστρήλατο πνεύμα κράτησαν ψηλά τα ζώπυρα του χρέους.

Να τιμήσουμε αυτούς που τίμησαν, να χαρίσουμε την εφησυχαστική εκείνη παραμυθία που αναζητεί η ψυχή των νεκρών, χωρίς ελεήμονα διάθεση απλά επειδή τους αξίζει, τους ανήκει.

Να τιμήσουμε εκείνους όπου «στη ζωή των όρισαν να φυλάττουν Θερμοπύλες ποτέ το χρέος μη κινούντες». Να τελέσουμε γιορτή μνήμης γι’ αυτούς που: «Ο άρρητος παλμός της αιωνιότητας αστράφτει αυτήν την ώρα».

Γι’ αυτούς που δρασκέλισαν τα παραδεδεγμένα και έλαβαν ως ικανοποίηση τη λυτρωτική ευφροσύνη που χαρίζει η ήσυχη συνείδηση της θυσίας. Η μνημοσύνη γι’ αυτούς που θυσιάστηκαν για έναν άλλο αξιολογικό κόσμο είναι, τουλάχιστον, αντίβαρο στην αντιηρωική εποχή μας, της επίπλαστης ευμάρειας και ευτυχίας.

Ένας αιώνας αγώνας και θυσιών συστέλλεται για να χωρέσει σ’ ένα δίωρο τιμής και χρέους.

Σήμερα, εδώ, καλούμαστε να συνοιδοπορήσουμε σε μια συζυγία αρμονικής συνύπαρξης του παρελθόντος και του παρόντος.

Να ρίξουμε ένα βοτσαλάκι στη λίμνη της μακαριότητας και της λησμοσύνης και να θυμηθούμε αυτούς που η θυσία τους έχει επιθέσει την κατηγορική της σφραγίδα στη μικροϊστορία του χωριού μας.

Να θυμηθούμε, να μνημονεύσουμε τον Αρχιμανδρίτη, στρατιωτικό ιερέα ΕΛΕΥΘΕΡΙΟ ΝΟΥΦΡΑΚΗ, η ζωή και η πορεία του οποίου ήταν μια επιτομή μιας ολόκληρης γενιάς Ελλήνων του πρώτου ήμισυ του αιώνα που μόλις μας έκλεισε την πόρτα πίσω του. Μιας γενιάς που έζησε ένδοξες σελίδες ιστορίας. Την απελευθέρωση αλύτρωτων περιοχών, τη μεγέθυνση της πατρίδας, αλλά και την οδύνη της Μικρασιατικής Καταστροφής και βέβαια τη φρίκη του Μεγάλου Πολέμου.

Ο παπα-Νουφράκης, αυτός ο αδρός, μεστωμένος, γεμάτος, συναρπαστικός, τρικυμιώδης, όπως τον περιγράφει ο πολεμικός ανταποκριτής της εποχής Κώστας Μισαηλίδης, ένα πρωί, οικειοθελώς βρέθηκε από την εκκλησία στο μέτωπο. Από Σύνταγμα σε Σύνταγμα, από Τάγμα σε Τάγμα, από Λόχο σε Λόχο, παντού παρών κήρυκας της θρησκείας και της πατρίδας.

Διάδοχος αληθινός του Παπαφλέσσα και του Διάκου, αυτός ο ταπεινός λευίτης που πάλευαν αδιάκοπα μέσα του ο άγιος και το λιοντάρι, κατέθεσε όλη του τη ζωή, τον πνευματικό και ψυχικό του τόκο, άλλοτε για να υφάνει με κλωστές από την καρδιά του το μεγαλείο της Ελλάδας στην ψυχή των Ελλήνων στρατιωτών και άλλοτε για να αδράχνει το μάλιγχερ και να πολεμά. Στις εποποιίες του Σεμέν ντε Φερ, του Ραβινέ, του Σκρα, της Δοϊράνης, στα ευλογημένα εκείνα χρυσά χρόνια, ο παπα-Νουφράκης ακολουθώντας το ηρωικό 1ο Σύνταγμα της Μεραρχίας Σερρών, βρισκόταν στην πρώτη γραμμή, όχι παπάς, αλλά πολεμιστής δεινός. Ύστερα βρέθηκε στη 2η Μεραρχία. Μαζί της πήγε στη Ρωσία, μαζί της ήλθε στη Μ. Ασία πολεμώντας στην πρώτη γραμμή, τραυματίστηκε, μα ακολούθησε το Σύνταγμά του ως το Σαγγάριο, πάντα παπάς και πολεμιστής μαζί.  Εκεί, τον καιρό της μεγάλης στέγνιας, χάθηκε και ο Στυλιανός Αλεβυζάκης, ανιψιός του παπα-Νουφράκη.

Επειδή όμως το έθνος πρέπει να θεωρεί Εθνικόν ό,τι είναι αληθές, θα σας καταστήσομε κοινωνούς του απίστευτου, αλλά αληθινού περιστατικού που πρωταγωνίστησε ο παπα-Νουφράκης, όπως το μετέδωσε ο πολεμικός ανταποκριτής της εποχής:

«Ήταν Ιανουάριος του1919, τα ελληνικά πολεμικά καράβια περνούσαν από την Πόλη μεταφέροντας τη 2η και 13η Μεραρχία στη Ρωσία, ο παπα-Νουφράκης με ένα όμιλο αξιωματικών – τους Ταξίαρχο Φραντζή, τον Ταγματάρχη Λιαρομάτη, το Λοχαγό Σταματίου και τον Υπολοχαγό Νικολάου, της 2ης Μεραρχίας – επισκέφτηκαν την Αγία Σιών του έθνους, την Αγιά Σοφιά. Μόλις βρέθηκαν εκεί μέσα, ο παπα-Νουφράκης φορεί ευθύς το Πετραχήλι και … Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου
Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων – Αμήν, αποκρίνεται ο Ταγματάρχης. Ναι! Η λειτουργία έχει αρχίσει ύστερα από 466 χρόνια από την Άλωση της Πόλης. Οι Τούρκοι φύλακες ξαφνιάζονται. Σε λίγο η εκκλησία γεμίζει Τούρκους που κατάπληκτοι παρακολουθούσαν τα συμβαίνοντα. Ο Νουφράκης δεν ταράζεται κι εξακολουθεί τη λειτουργία.

Το παράτολμο, αλλά αληθώς ηρωικό και εθνικό γεγονός προκάλεσε διπλωματικό επεισόδιο. Έγινε διάβημα στο Βενιζέλο. Ο παπα-Νουφράκης καλείται από τον Εθνάρχη που τον παρατηρεί. Ύστερα σώπασε. Χούφτωσε την κοντή λευκή του γενειάδα. Το πρόσωπό του φωτίστηκε και τα μάτια του άστραψαν πίσω από τα γυαλιά του.

  • Αν είχα ακόμη δέκα παπάδες σαν και σένα, του είπε, θα μπορούσα να κατορθώσω πολλά… πάρα πολλά»

Αν και ασθενής, αυτοστρατεύτηκε και στον αγώνα του 1940, έπαθε κρυοπαγήματα και απεβίωσε στην Αθήνα το 1941. Πολυτραυματίας τιμήθηκε από την Πατρίδα με όλα τα παράσημα ανδρείας. Η αοίδιμος αυτή σεπτή μορφή που ενσάρκωσε τους πόθους του έθνους αναπαύεται σήμερα εν ειρήνη στις Αλώνες.

 

Η άλλη ηρωική μορφή που τιμούμε σήμερα είναι ο Υπολοχαγός Εμμανουήλ Θεοδωράκης, η ζωή του οποίου υπήρξε επίσης μια διαρκής δράση υπέρ της πατρίδας. Η εποποιία του 1940-41 τον βρήκε στα αφιλόξενα βουνά της Αλβανίας, στις γραμμές του 44ου Συντάγματος, στην Κλεισούρα και την Τρεμπεσίνα.

«Στης Ιστορίας το διάσελο όρθιος ο γιος πολέμαγε.

Φωτεινές σπάθες οι ψυχές σταύρωναν στον ορίζοντα.

Ορθομέτωπος αντοπάταγε και πολεμούσε γενναία, πολύ γενναία».

Το Μάιο του 1941 πολεμά τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές στο Ρέθυμνο, όπου και ανδραγαθεί στο πεδίο της μάχης. Ο αγνός αυτός Έλληνας και φλογερός πατριώτης δεν ανέχεται στην υποδούλωση της πατρίδος και γίνεται αντάρτης, στην κατοχή, πολεμώντας τους Ναζί. «Πάντοτε ενθουσιώδης, πάντοντε τολμηρός, πάντοτε αυθόρμητα εκτελούσε τις δυσκολότερες και επικίνδυνες αποστολές», ανέφερε επί της σορού του ο Διευθυντής Τάγματος Ι. Δασκαλόπουλος, όταν ηρωικώς μαχόμενος έπεσε στο Πλατύδρομο Πιερίων, ποτίζοντας τη μακεδονική γη με το αίμα του. «Τότε που έτυχε να’ ναι τα χρόνια δίσεχτα πόλεμοι, χαλασμοί, ξενιτεμοί», κατά το Γιώργο Σεφέρη.

Ο ήρωας της Κρήτης, ήσυχος και αναπαυμένος ότι επιτέλεσε το καθήκον του αναπαύεται σήμερα στο Γάλλο Ρεθύμνης.

Οι επικές μορφές των παπα-Νουφράκη και Θεοδωράκη στο μνημείο μας συμβολίζουν τη διαχρονική σύζευξη των δύο πόλων της πατρίδας και της ορθοδοξίας με την αήττητη διαχρονική εμβέλειά τους. Στην αναθηματική στήλη του μνημείου η ιστορία χάραξε και τα ονόματα των: Σήφη Τζαγκαράκη, Σήφη Αλεβυζάκη, Ευθύμη Νουφράκη, Χρήστου Κωσταντουδάκη και Γιώργη Βαρδιδάκη.

Ο πρώτος, ο Σήφης Τζαγκαράκης, ήταν ο πρώτος νεκρός της μονάδας του πάνω στην Αλβανία:

«Και τώρα κείτεται πάνω στη χιονισμένη χλαίνη

μ’ ένα σταματημένο αγέρα στα ήσυχα μαλλιά

μ’ ένα κλαδάκι λησμονιάς στ’ αριστερό αυτί.

Μόλις είπανε ’’γεια παιδιά’’ τα ματοτσίνορα

κι η απορία μαρμάρωσε. Βρόντηξαν τα βουνά

της Αλβανίας. Γιατί να κλάψουν, ήταν γενναίο παιδί.

Κείνοι που πράξαν το κακό τους πήρε μαύρο σύννεφο.

Μα κείνος που τ’ αντίκρισε στους δρόμους τ΄ ουρανού

ανεβαίνει τώρα μονάχος και ολόλαμπρος!»

Όλοι οι άλλοι υπήρξαν θύματα των Ναζί. Ο Σήφης εκτελέστηκε στην Αγιά, ο Ευθύμης οδηγήθηκε στα κρεματόρια της Γερμανίας, ο Χρήστος και ο Γιώργης εκτελέστηκαν στο Ροδάκινο ο πρώτος, λίγο έξω από το χωριό ο δεύτερος. Όλοι πλήρωσαν την ηρωική εποχή της Αντίστασης .

Εκείνο τον καιρό που οι κουμαριές, τα ρείκια, τα πλατάνια, οι πελώριοι δρυγιάδες και χαράκια είχαν να κρύψουν πολλά μυστικά, σήμερα να μας αποκαλύψουν και να μας διηγηθούν πως οι ΑΛΩΝΕΣ ήταν κέντρο Αντίστασης. Πως οι Αλωνιώτες με μητέρα τη βιωματική παράδοση υπερέβησαν αντιξοότητες, δυσκολίες, στερήσεις, αψήφησαν κινδύνους και πρόφεραν σωστά στην πραγματικότητα. Γέμισε το πουκάμισό τους ο αέρας της περηφάνιας και αυτοπραγματώθηκαν, έγιναν ο εαυτός τους. Πήραν ως αντίδωρο τη γλυκιά ολβιότητα που χαρίζεται σ’ αυτούς που έπραξαν το σωστό.

Κορυφαία μορφή της Αντίστασης ο παπα-Γιάννης. Ο Ξανφήλντιγκ γράφει στο βιβλίο του ’’Το κρυφτό’’: ’’Ο Πάτρικ Λη Φέρμορ κι εγώ δεν μπορούσαμε παρά να καταληφθούμε από το δέος μπρος στην ακατάβλητη πίστη και καλοσύνη αυτού του απλού γερο-παπά του χωριού. «Είμαι φτωχός άνθρωπος, μου είχε πει κάποτε, κι έτσι δεν μπορώ να σου προσφέρω μεγάλη υλική βοήθεια. Αλλά έχω τρεις γιους και όλοι θα θυσιαστούν, αν χρειαστεί, για τη λευτεριά». Τα λόγια του ηχούσαν βαθιά ειλικρίνεια’’. Αν η πολιτεία υιοθετούσε την πρόταση του Πάτρικ Λη Φέρμορ να δίνει ’’βοσκοπαράσημα’’, σίγουρα τέτοια θα κοσμούσαν τα στήθη όλων των Αλωνιωτών.

Ένα είναι βέβαιο, ότι τα χρόνια εκείνα – της κατοχής – με τις ερημωμένες προσδοκίες και την ασάλευτη ζωή, οι Αλωνιώτες στρατεύτηκαν στο καθήκον που υπαγόρευε η αίσθηση του χρέους, σαρκάζοντας τον κίνδυνο και περιγελώντας το φόβο.

Ο μαντατοφόρος της αντίστασης, που σήμερα είναι μαζί μας, με τις τρύπιες αρβύλες και το ράσο ν’ ανεμίζει στα κορφοβούνια σ΄ όλη τη διάρκεια της κατοχής, γράφει: ’’Κάθε χωριανός με τη σειρά του είχε αναλάβει τη φιλοξενία μας για πολύ διάστημα. Σε κανένα άλλο χωριό της Κρήτης δεν είχε συμβεί κάτι τέτοιο. Η αξιακή αυτή στάση έγινε έθος και στα μεταπολεμικά χρόνια. Και κρατεί έως και σήμερα. Αυτές οι απλές μα σημαντικές ανθρώπινες αρετές ξάφνιασαν και τον Ισπανό αντιφασίστα, αντιπρόσωπο των ΗΕ. Γουσταύο Ντουράν και μας έκανε την ύψιστη τιμή να μοιραστεί με τους Αλωνιώτες νεκρούς το χώμα μας.

 

Σεβαστοί, αγαπητοί προσκεκλημένοι,

Κυρίες και Κύριοι,

ως Σύλλογος με την πρωτοβουλία μας θελήσαμε να προκαλέσουμε μια ρωγμή στον εφησυχασμό, μία όχληση στην ακινησία, να αναμετρηθούμε με το χρόνο. Η ολοκλήρωση του στόχου μας να ανεγερθεί αυτό το μνημείο ήταν μια χειραψία του ονείρου με την πραγματικότητα. Ήταν και αυτό μια μικρή ανθρώπινη περιπέτεια.

Στην πραγμάτωση του σκοπού μας μας βοήθησαν και τους ευγνωμονούμε: ο Στρατηγός, επίτιμος Αρχηγός Ενόπλων Δυνάμεων κ. Παραγιουδάκης, που έστερξε με προθυμία να ικανοποιήσει το αίτημά μας και φροντίζοντας να μας δοθεί γενναία οικονομική στήριξη για την ολοκλήρωση του έργου, η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ρεθύμνης, η νυν και προηγούμενη Δημοτική Αρχή του Δήμου Λαππαίων, η εκκλησία του χωριού μας, που πρόθυμα παρεχώρησε τον απαιτούμενο χώρο για την ανέγερση του μνημείου, ο καλλιτέχνης (ζωγράφος, αρχιτέκτονας και σημερινός Διευθυντής του Κέντρου Τεχνών Ρεθύμνης) κ. Μανώλης Κουνδουράκης, ο οποίος μελέτησε και σχεδίασε το μνημείο και συμπορεύτηκε μαζί μας μέχρι το τέλος, όλοι, και είναι πολλοί, που μας ενίσχυσαν με μικρότερα ή μεγαλύτερα ποσά, καθώς και τα μέλη μας που με πνεύμα ομάδας προσέφεραν ο καθείς την προσωπική του ανάλογη βοήθεια.

Να ευχαριστήσουμε και όλους εσάς που ήρθατε σήμερα μέχρι εδώ για να μας βοηθήσετε να ξορκίσουμε τη μοναξιά μας και να κρατήσουμε στο χέρι αντί για κερί, το λύχνο του άστρου των Αλώνων και να πούμε όλοι μαζί ΑΙΩΝΙΑ Η ΜΝΗΜΗ.